Το άγχος δεν είναι απλώς ένα σύμπτωμα που πρέπει να εξαφανιστεί. Είναι μήνυμα. Ένα εσωτερικό καμπανάκι που μας καλεί να στρέψουμε το βλέμμα μέσα και γύρω μας. Να αφουγκραστούμε τις εντάσεις, τις ανάγκες, τις συγκρούσεις, τα «θέλω» και τα «δεν μπορώ» που συνυπάρχουν μέσα μας.
Στη θεραπεία συχνά λέμε πως το άγχος δεν είναι ο εχθρός. Είναι η έκφραση μιας υπαρξιακής έντασης. Κάτι μέσα μας λέει πως ήρθε η στιγμή να αλλάξει κάτι. Όχι επιφανειακά – αλλά βαθιά και ουσιαστικά. Το σώμα, η σκέψη και η διάθεσή μας μας μιλούν – σιγανά αλλά επίμονα – όταν απομακρυνόμαστε από αυτό που μας είναι αληθινά ουσιαστικό.
Υπάρχουν δύο πολύ διαφορετικές συνθήκες μέσα στις οποίες μπορεί να εμφανιστεί το υπαρξιακό άγχος και καθεμία μας λέει κάτι πολύτιμο.
Η πρώτη είναι όταν τολμάμε. Όταν αποφασίζουμε να κάνουμε ένα άλμα – σε μια νέα σχέση, σε μια καινούρια δουλειά, όταν φεύγουμε από το γνώριμο και ρίχνουμε τον εαυτό μας στα αχαρτογράφητα νερά. Εκεί, το άγχος δεν είναι ένδειξη αποτυχίας. Είναι σημάδι ότι ζει μέσα μας η επιθυμία για εξέλιξη και ότι αυτή η επιθυμία μας φέρνει αντιμέτωπους με την ευθύνη της επιλογής και της πράξης, με την αβεβαιότητα, την πιθανότητα του λάθους και κυρίως με την ελευθερία.
Το υπαρξιακό άγχος γίνεται τότε συνοδοιπόρος κάθε φορά που αφήνουμε τη σταθερότητα για κάτι νέο, πιο αληθινό. Δεν μπορούμε να το αποφύγουμε όταν επιλέγουμε κάτι που μας ξεπερνά. Όταν λέμε ένα μεγάλο «ναι» ή ένα δύσκολο «όχι». Όταν παύουμε να κρυβόμαστε και εκτεθούμε στη ζωή – με όλη τη ρευστότητα, τις προκλήσεις και την ομορφιά της.
Είναι τότε που η επιθυμία συναντά την ελευθερία και μαζί της την ευθύνη. Την ευθύνη να πράξουμε, να επιλέξουμε, να σταθούμε απέναντι στις συνέπειες όχι ως θεατές αλλά ως δημιουργοί. Το άγχος γεννιέται εκεί – στο ανοιχτό πεδίο του ανήκειν και της απόφασης. Όμως αυτή η ταραχή είναι δημιουργική, γιατί μέσα από κάθε αυθεντική απόφαση το άτομο συγκροτεί τον εαυτό του. Δεν «διορθώνεται» – εμβαθύνει. Δεν αντέχει – ριζώνει. Και σιγά σιγά μαθαίνει να ζει, όχι χωρίς άγχος αλλά με συνοχή, ανθεκτικότητα και νόημα.
Η δεύτερη μορφή εμφάνισής του είναι εξίσου σημαντική – ίσως και πιο σιωπηλή. Είναι το άγχος που γεννιέται από την ακινησία. Όταν το άτομο παραιτείται από την προσπάθεια, την εξερεύνηση, το βήμα προς τα μπροστά. Όταν εγκλωβίζεται σε σχέσεις που δεν το θρέφουν, σε ρόλους που δεν το εκφράζουν, σε επιλογές που δεν είναι δικές του. Εκεί όπου όλα μοιάζουν ήσυχα εξωτερικά – αλλά μέσα κάτι ασφυκτιά.
Πρόκειται για τα λιμνάζοντα νερά της ύπαρξης. Όταν δεν ρισκάρουμε, δεν κινούμαστε, δεν εξελισσόμαστε. Όταν αντί να ζούμε, απλώς αντέχουμε. Τότε ο εαυτός καταλαβαίνει. Καταλαβαίνει πως κάτι δεν πάει καλά, πως δεν προχωρά, πως έχει παγώσει. Και εκεί έρχεται το άγχος. Όχι πια σαν φόβος της αλλαγής αλλά σαν ένδειξη στασιμότητας. Το άγχος μας λέει: «Δεν ζεις. Δεν σχετίζεσαι. Δεν δημιουργείς. Δεν επιλέγεις.»
Τότε εμφανίζεται και το άγχος του θανάτου. Όχι μόνο του βιολογικού τέλους αλλά της βαθιάς επίγνωσης πως η ζωή περνά και δεν είμαστε μέσα της. Είναι ένας υπαρξιακός συναγερμός ότι δεν αρκεί να υπάρχουμε – χρειάζεται να ζούμε.
Στη συστημική υπαρξιακή θεώρηση ο άνθρωπος δεν είναι απομονωμένος. Είναι οι σχέσεις του, το περιβάλλον του, οι ρόλοι που παίζει, οι συνδέσεις που τον διαμορφώνουν και τον κρατούν ή τον ελευθερώνουν. Το σχετίζεσθαι είναι βαθύ ανθρώπινο αίτημα. Όχι μόνο με τον άλλον αλλά και με τον εαυτό. Όταν χάνεται αυτή η σύνδεση, το άγχος μας επισκέπτεται – και μας καλεί να επιστρέψουμε. Να δούμε. Να αλλάξουμε.
Το άγχος έρχεται τότε να υπενθυμίσει ότι κάτι ουσιαστικό έχει διαρραγεί. Μια αλήθεια που παραμελήθηκε, ένας ρόλος που δεν εκφράζει, μια σχέση που αδειάζει αντί να τρέφει. Δεν είναι ο αντίπαλος – αλλά ο αγγελιοφόρος. Αυτός που μας προσκαλεί να σταματήσουμε τον αυτόματο πιλότο και να κοιτάξουμε κατάματα τι μας κρατά, τι μας ορίζει, τι μας στερεί τη ζωντάνια. Και αν το αντέξουμε, αν μείνουμε σε αυτή τη συνάντηση χωρίς να βιαστούμε να την αποφύγουμε, τότε μπορεί το άγχος να αξιοποιηθεί προς μια νέα κατανόηση του εαυτού, προς μια σχέση πιο αληθινή, προς έναν τρόπο ύπαρξης με μεγαλύτερη συνείδηση και ελευθερία.
Το άγχος λοιπόν δεν έρχεται να μας σαμποτάρει. Έρχεται να μας αφυπνίσει. Να μας υπενθυμίσει ότι είμαστε ζωντανοί και πως η ζωή μας καλεί – άλλοτε να τολμήσουμε, άλλοτε να σταθούμε με ειλικρίνεια απέναντι σε ό,τι μας κρατά πίσω.
Δεν υπάρχει ζωή χωρίς άγχος. Το ζητούμενο δεν είναι να το εξαφανίσουμε, αλλά να το ακούσουμε. Και να το μετατρέψουμε σε πυξίδα. Σε κίνηση. Σε επιλογή. Σε ελευθερία.
Σε αυτόν τον δρόμο η αγάπη – ως πράξη, στάση, τρόπος ύπαρξης – μπορεί να γίνει αντίδοτο. Όχι για να σβήσει το άγχος αλλά για να του δώσει νόημα.
Αν λοιπόν νιώθεις άγχος, μη βιαστείς να το διώξεις. Άκουσέ το. Ίσως να μην είναι εμπόδιο, αλλά μια εσωτερική πρόσκληση να γνωρίσεις το εν δυνάμει σου• τον αυθεντικό σου εαυτό.